#FAQ

Συχνές ερωτήσεις

faq

#συχνες_ερωτησεισ

Οικιακά Φ/Β συστήματα (Έως 10kw) μπορούν να εγκατασταθούν σε κτιριακές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για κατοικία ή στέγαση πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς και σχολείων , νοσοκομείων και συναφών οργανισμών δημοσίου δικαίου, σε δώματα και στέγες κτιρίων συμπεριλαμβανομένων των στεγάστρων βεραντών, προσόψεων και σκιάστρων και σε βοηθητικούς χώρους (αποθήκη, παρκινγκ) εντός του ιδίου οικοπέδου με το κυρίως κτίριο. Οικιακό φ/β σύστημα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εγκατασταθεί επίγεια (πχ. σε ακάλυπτο χώρο οικοπέδου). Επίσης, δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση των φωτοβολταϊκών πλαισίων πάνω από την απόληξη του κλιμακοστασίου και του φρεατίου ανελκυστήρα. Η εγκατάσταση δεν θα πρέπει να δημιουργεί χώρο κύριας ή βοηθητικής χρήσης ή ημιυπαίθριο.

Ναι. Στην περίπτωση φωτοβολταϊκού συστήματος σε κοινόχρηστο ή κοινόκτητο χώρο κτιρίου (ταράτσα), επιτρέπεται η εγκατάσταση ενός και μόνο συστήματος. Προϋπόθεση, η έγγραφη συμφωνία των υπόλοιπων ιδιοκτητών (αν το φ/β σύστημα θα ανήκει σε ένα όνομα) ή αν το φωτοβολταϊκό εγκατασταθεί εξ ονόματος όλων των ιδιοκτητών με εκπρόσωπο τον διαχειριστή. Αν φ/β το σύστημα μπει σε στέγαστρο κάποιας βεράντας διαμερίσματος, προφανώς μπορούν να μπουν περισσότερα συστήματα σε μια πολυκατοικία.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη ενεργής παροχής ρεύματος στο όνομα του ιδιοκτήτη του Φ/Β συστήματος στο κτίριο όπου εγκαθίσταται. Επίσης, μέρος των αναγκών σε ζεστό νερό του ιδιοκτήτη του Φ/Β συστήματος θα πρέπει να καλύπτεται από χρήση ανανεώσιμων πηγών ενεργείας (π.χ. ηλιακός θερμοσίφωνας, ηλιοθερμικά).

Η ισχύς του κάθε φωτοβολταϊκού πλαισίου διαφέρει ανάλογα με τον τύπο, τη μάρκα, το κόστος και την επιφάνεια που καταλαμβάνει. Για 10KW που εγκαθίσταται σε επικλινή κεραμοσκεπή με προσανατολισμό στο Νότο απαιτούνται περίπου 70-90m2. Για τις επίπεδες ταράτσες απαιτούνται, 100-140m2 αν τοποθετηθούν σε περισσότερες από μία συστοιχίες φωτοβολταϊκών γεννητριών, εναλλακτικά πλέων μπορούν να τοποθετηθούν σε μία στοιχειοσειρά η οποία καταλαμβάνει περίπου 70~90m2 με προϋπόθεση ότι το μέγιστο ύψος της εγκατάστασης δεν θα υπερβαίνει τα 2.5m.

Όλο το ρεύμα που παράγουμε πωλείται στη ΔΕΗ με την τιμή που έχουμε υπογράψει. Το παραγόμενο ρεύμα αξίζει περισσότερο από το καταναλισκόμενο και η διαφορά αυτή πιστώνεται στον τραπεζικό λογαριασμό του ιδιοκτήτη του Φ/Β συστήματος στην ημερομηνία λήξης του εκκαθαριστικού λογαριασμού ρεύματος. Η καταμέτρηση της παραγόμενης ενέργειας από το φωτοβολταϊκό σύστημα πραγματοποιείται ταυτόχρονα με τη καταμέτρηση της ενέργειας που καταναλώνεται.

Τα φωτοβολταϊκά δεν εκπέμπουν κανενός είδους ακτινοβολία. Είναι σχεδιασμένα να απορροφούν όσο περισσότερη ακτινοβολία μπορούν. Δεν αντανακλούν το φώς και μειώνουν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος χώρου που εγκαθίστανται.

Ελάτε σε επαφή μαζί μας ώστε να σας ενημερώσουμε λεπτομερώς για την διαδικασία, να κάνουμε την χωροταξική και ενεργειακή μελέτη και να σας προτείνουμε την πλέον συμφέρουσα λύση, ανάλογη με τις ανάγκες και τις προσδοκίες σας. Θα σας ενημερώσουμε σχετικά με τα δικαιολογητικά που χρειάζονται για την κατάθεση του φακέλου σας ενώ αν επιθυμείτε, αναλαμβάνουμε εμείς όλη την διαδικασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες για την κατάθεση του φακέλου σας στην ΔΕΗ.

Σε οποιονδήποτε χώρο, κλιματισμός σημαίνει καλές συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, προκειμένου να έχουμε μία άνετη διαβίωση. Έχει επικρατήσει ωστόσο να χαρακτηρίζεται ως κλιματισμός η ψύξη του χώρου που επιτυγχάνεται με διάφορα μηχανήματα (μολονότι τα ίδια μπορούν και να θερμάνουν επίσης).

H λειτουργία των αυτόνομων κλιματιστικών μονάδων, που ευρέως πλέον χρησιμοποιούνται (τύπου split, τοίχου και δαπέδου, Αντλίες θερμότητας αέρα-νερού), βασίζεται στην ιδιότητα κάποιων ψυκτικών υγρών (έχουν επικρατήσει ως «φρέον»). Mέσω αυτών των υγρών τα μηχανήματα αλλάζουν άμεσα ή έμμεσα τη θερμοκρασία ενός χώρου. Περιγράφοντας απλώς αυτή τη λειτουργία, θα λέγαμε ότι απορροφούν από το περιβάλλον αέρα σε κάποια συγκεκριμένη θερμοκρασία, τον επεξεργάζονται με τα ψυκτικά τους υγρά και στη συνέχεια αποβάλλουν από το εξωτερικό τους μηχάνημα θερμότητα, ενώ στο εσωτερικό επιστρέφουν τον αέρα -που είχαν απορροφήσει- ψυχρό.

Ο κλιματισμός χωρίζεται σε αρκετές κατηγορίες, μερικές από αυτές είναι ο οικιακός, ο επαγγελματικός, ο βιομηχανικός κλπ. Ο κλιματισμός διαχωρίζεται σε κεντρικά συστήματα, σε ημικεντρικά, σε συστήματα διαιρούμενου τύπου και σε πολλούς άλλους τύπους που επιλέγονται ο καθένας ξεχωριστά ή σε συνδυασμό ανάλογα με το είδος της χρήσης του κτιρίου που θέλουμε να κλιματίσουμε. Ως σύστημα κλιματισμού μπορεί να θεωρηθεί και ένα επίτοιχο κλιματιστικό (split unit) σαν αυτό που σχεδόν όλοι έχουμε στο σπίτι μας.

Αυτός ο τύπος μηχανήματος χρησιμοποιεί το νερό ως μέσο για την ρύθμιση της θερμοκρασίας ενός χώρου που θέλουμε να κλιματίσουμε. Οι αντλίες θερμότητας αέρα-νερού χρησιμοποιούν την ενέργεια του αέρος του περιβάλλοντος για την παραγωγή θέρμανσης, ψύξης και ζεστού νερού χρήσης, όταν αυτή δεν επαρκεί χρησιμοποιούν πολύ μικρή ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας για να συμπληρώσουν ώστε να φτάσουν στην επιθυμητή. Η φύση μας παρέχει την ενέργεια της δωρεάν και η εκμετάλλευσή της με τις αντλίες θερμότητας υψηλής απόδοσης προσφέρει ιδιαιτέρα οικονομική λειτουργία.

Σε συστήματα κλιματισμού υπάρχουν αρκετοί τρόποι να μεταφερθεί η θερμότητα ή η ψύξη μέσα σε ένα χώρο. Σε μικρές εφαρμογές όπως είναι τα σπίτια ή επαγγελματικοί μικροί χώροι χρησιμοποιούνται τοπικά σώματα ανεμιστήρα-στοιχείου νερού γνωστά και ως Fan Coil. Σε μεγαλύτερες εφαρμογές συνήθως χρησιμοποιούνται Κεντρικές Κλιματιστικές Μονάδες σε συνδυασμό με δίκτυο αεραγωγών προσαγωγής, επιστροφής και απόρριψης κλιματιζόμενου αέρα.

Είναι πλέον ξεκάθαρο σε όλο τον τεχνικό κόσμο ότι η χρήση των αντλιών θερμότητας για θέρμανση το χειμώνα, αποτελεί την πλέον οικονομική λύση θέρμανσης για κατοικίες και επαγγελματικούς χώρους. Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου και η αυξανόμενη ρύπανση του περιβάλλοντος από την καύση (ιδιαίτερα σε αστικό περιβάλλον που είναι ιδιαίτερα επιβαρημένο σε ρύπους) επιβάλλουν την επανεξέταση του συμβατικού τρόπου θέρμανσης των κτιρίων και την επιλογή λύσεων που εξοικονομούν ενέργεια & πόρους από το περιβάλλον. Ο λόγος που η θέρμανση με χρήση αντλιών θερμότητας είναι σημαντικά οικονομικότερος από τη συμβατική θέρμανση με καύση οφείλεται στην άντληση θερμότητας από το εξωτερικό περιβάλλον. Η ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνεται δεν μετατρέπεται σε θερμική, (όπως συμβαίνει στις ηλεκτρικές θερμάστρες) αλλά χρησιμοποιείται για την κίνηση ενός ηλεκτρικού συμπιεστή και την άντληση θερμότητας από & προς το περιβάλλον. Ο λόγος της αντλούμενης θερμικής ενέργειας προς την απορροφούμενη ηλεκτρική ενέργεια, δηλαδή ο βαθμός αποδοτικότητας COP (Coefficient of performance) στις σύγχρονες αντλίες θερμότητας κυμαίνεται από 2,5 έως 4, ανάλογα με την τεχνολογία που χρησιμοποιείται (Inverter – hi-efficiency heat exchangers – control) & τις θερμοκρασίες περιβάλλοντος. Η χώρα μας βρίσκεται σε μια γεωγραφική περιοχή όπου η θέρμανση μέσω της άντλησης θερμότητας μπορεί να καλύψει πλήρως τις ανάγκες θέρμανσης σε όλη την Ελλάδα. Για να ποσοτικοποιήσουμε την οικονομικότητα της χρήσης των αντλιών θερμότητας ας δούμε το ακόλουθο παράδειγμα, που αφορά τη μέση κατοικία στην Ελλάδα, με επιφάνεια 90 τετρ. μέτρα και θερμικές απώλειες 10 kW. Παρατηρούμε ότι με την χρήση των αντλιών θερμότητας για θέρμανση έχουμε οικονομία έως και 64% σε σχέση με συμβατικό λεβητοστάσιο με καύση πετρελαίου. Εύκολα αντιλαμβανόμαστε την σημασία επιλογής μιας κλιματιστικής μονάδας με υψηλό βαθμό απόδοσης & ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΛΑΣΗ Α, που ενώ έχει υψηλότερο κόστος αγοράς, εξασφαλίζει πολύ χαμηλότερο ετήσιο κόστος λειτουργίας. Ειδικότερα αν η μέση ετήσια ενέργεια που απαιτείται για θέρμανση μιας κατοικίας είναι 8000 ~ 9000 kWh/έτος (που ισοδυναμεί με ετήσια κατανάλωση πετρελαίου 1000 λίτρα), το ετήσιο κόστος λειτουργίας ενός συστήματος θέρμανσης με χρήση αντλίας θερμότητας και βαθμό αποδοτικότητας COP 4,8 είναι 220 €. Από την άλλη πλευρά μια αντλία θερμότητας με χαμηλό βαθμό COP 2,5 θα έχει διπλάσιο ετήσιο κόστος ήτοι 425€.

Ελάχιστα έως καθόλου αν υπολογίσουμε ότι το υψηλότερο κόστος αγοράς αντλιών θερμότητας με υψηλό COP/ΕΕR αποσβένεται σε λιγότερο από 5 πέντε έτη, από την εξοικονόμηση λειτουργικού κόστους που προσφέρει σε σχέση με την ίδιας ισχύος μονάδα με χαμηλό COP/ ΕΕR (ακόμα και αν είναι 30%~40% φθηνότερη).